- μαγνήτης
- Έτσι ορίζεται οποιοδήποτε σώμα ικανό να έλκει σιδηρομαγνητικά υλικά. Η ιδιαίτερη συμπεριφορά των φυσικών μαγνητικών υλικών (Fe3O4) ήταν γνωστή από τα αρχαιότατα χρόνια και οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια την ιδιότητα που είχε μια μικρή μαγνητική ράβδος να περιστρέφεται ελεύθερα σε οριζόντιο επίπεδο και να προσανατολίζεται σύμφωνα με τη διεύθυνση Β-Ν. Αν και στην Ευρώπη έγιναν κατά τον Μεσαίωνα παρατηρήσεις πάνω σε μ. –παρατηρήσεις που έβρισκαν πρακτική εφαρμογή στην κατασκευή της πυξίδας– μόνο τον 17o αι., με την εργασία του Γουίλιαμ Γκίλμπερτ, μελετήθηκαν συστηματικά οι ιδιότητες των μ.
Σε έναν μ., οποιαδήποτε και αν είναι η μορφή του, οι μαγνητικές ιδιότητες δεν παρουσιάζονται ομοιόμορφα κατανεμημένες, αλλά συγκεντρωμένες στα άκρα, που ονομάζονται πόλοι. Οι δύο πόλοι ενός μ. έχουν αντίθετες ιδιότητες· ο ένας από αυτούς τείνει να προσανατολιστεί σταθερά προς Β (και λέγεται βόρειος πόλος ή θετικός του μ.), ενώ ο άλλος απωθείται (και λέγεται νότιος πόλος ή αρνητικός). Ανάλογα με ό,τι συμβαίνει στα ηλεκτρικά φορτία, οι πόλοι του ίδιου σημείου (ομώνυμοι) απωθούνται ενώ οι πόλοι αντίθετου σημείου (ετερώνυμοι) έλκονται. Αν εκτελεστούν πειράματα με αρκετά επιμήκεις μ., ώστε να γίνει κατορθωτό με καλή προσέγγιση να παραβλεφθεί η δράση του απομακρυσμένου πόλου, είναι δυνατό να καθοριστεί ότι οι δύο μαγνητικοί πόλοι έχουν την ίδια ένταση, αφού η δύναμη έλξης (ή άπωσης) που ασκούν τα πεδία τους επί ενός τρίτου πόλου, ο οποίος λαμβάνεται ως υπόθεμα και τοποθετείται σε ίδια απόσταση, είναι ίση. Με τις συνθήκες αυτές, η δύναμη που ασκείται από τους δύο πόλους προκύπτει ίση με το άθροισμα των δυνάμεων που ασκούνται από καθέναν πόλο. Από αυτή τη συμπεριφορά απορρέει η δυνατότητα του προσδιορισμού μιας ποσότητας μαγνητισμού. Οι δράσεις έλξης ή άπωσης μεταξύ μαγνητικών πόλων ακολουθούν τον νόμο του Κουλόμπ· η δύναμη, δηλαδή, που ασκείται μεταξύ δύο μαγνητικών πόλων είναι ανάλογη με το γινόμενο των ποσοτήτων μαγνητισμού των πόλων και αντιστρόφως ανάλογη προς το τετράγωνο της μεταξύ των πόλων απόστασης.
Η αντιστοιχία μεταξύ ηλεκτρικών φορτίων και μαγνητικών πόλων είναι καθ’ ολοκληρία επιφανειακή, επειδή η βασική διαφορά μεταξύ αυτών συνίσταται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν στη φύση μεμονωμένοι μαγνητικοί πόλοι, όπως υπάρχουν μεμονωμένα ηλεκτρικά φορτία, αλλά εμφανίζονται πάντοτε ανά ζεύγη ετερωνύμων σημείων, δηλαδή με τη μορφή μαγνητικών διπόλων. Ο μεμονωμένος μαγνητικός πόλος είναι λοιπόν μια συμβατική έννοια για την απλοποίηση της μελέτης των μαγνητικών φαινομένων.Εξαιτίας της αδυναμίας διαχωρισμού των μαγνητικών πόλων, ιδιαίτερη σημασία αποκτά, κατά την επίλυση των προβλημάτων της μαγνητοστατικής, η μαγνητική ροπή ενός μ., που ορίζεται ως το γινόμενο της ποσότητας μαγνητισμού του ενός πόλου επί την κάθετη απόσταση μεταξύ των δύο πόλων του μ. To μέγεθος αυτό είναι σταθερό και χαρακτηριστικό για κάθε μ., γεγονός που αιτιολογεί τη μεγάλη του σημασία.
Η παρουσία ενός μ. δίνει αφορμή να εμφανιστεί, στον χώρο που τον περιβάλλει, ένα μαγνητικό πεδίο, η διάταξη των μαγνητικών γραμμών του οποίου εξαρτάται από το σχήμα του μ. που το προκαλεί. Συμβατικά γίνεται δεκτή ως φορά των μαγνητικών γραμμών του πεδίου η κατεύθυνση από τον βόρειο προς τον νότιο πόλο.
Στους πρώτους μελετητές του μαγνητισμού ήταν ήδη γνωστή η δυνατότητα να επιτύχουν τεχνητούς μ. με τεμάχια σιδήρου, τα οποία έφεραν σε επαφή με έναν φυσικό μ. Μετά την ανακάλυψη των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ηλεκτρικών και μαγνητικών φαινομένων χρησιμοποίησαν μαγνητικά πεδία, τα οποία παρήγαγαν από ηλεκτρικά ρεύματα, για να επιτύχουν τεχνητούς μ., μόνιμους ή προσωρινούς, που συνήθως κατασκευάζονται από χάλυβα ή από ορισμένα κράματα.
Οι μόνιμοι μ. έχουν περιορισμένη χρήση, για παράδειγμα στους μικρούς ηλεκτροκινητήρες, στα δυναμό ποδηλάτων κ.α. Στην πράξη η αναφορά σε μ., εννοεί γενικά στους ηλεκτρομαγνήτες, που παρέχουν μαγνητικά πεδία μεγάλης έντασης.
Δυναμικές μαγνητικές γραμμές μαγνητικών πεδίων, που παράγονται από έναν αγωγό, ο οποίος διαρρέεται από ρεύμα.
Δυναμικές μαγνητικές γραμμές μαγνητικών πεδίων, που παράγονται από έναν ευθύγραμμο μαγνήτη.
* * *ο (AM μαγνήτης)1. μάζα που αποτελείται από ορυκτά οξείδια τού σιδήρου και έχει την ιδιότητα τής έλξης και άπωσης υλών από σίδηρο και διάφορα άλλα μέταλλα καθώς και μάζα από σίδηρο και άλλα παρεμφερή υλικά που απέκτησε τεχνητώς την ανωτέρω ιδιότητα2. κάθε σώμα που έχει την ιδιότητα να έλκει τα μέταλλανεοελλ.μτφ. καθετί που θέλγει, που γοητεύει, που σαγηνεύει («τα μάτια της ήταν μαγνήτες»)μσν.πυξίδαμσν.-αρχ.(ως επίθ) «μαγνήτης λίθος» — ο μαγνήτης.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. επίθ. Μαγνῆτις (λίθος). Το επίθ. Μαγνῆτις < Μάγνης συνδέεται με την ονομ. τής Μαγνησίας (πρβλ. μαγνησία)].ΠΑΡ. αρχ. μαγνήτινοςνεοελλ.μαγνητίζω, μαγνητικός.ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) νεοελλ. μαγνητογεννήτρια, μαγνητογράφος, μαγνητοηλεκτρικός, μαγνητοηλεκτρισμός, μαγνητοθεραπεία, μαγνητοθερμικός, μαγνητόμετρο, μαγνητο(ο)πτικός, μαγνητοπυρίτης, μαγνητοσκοπώ, μαγνητοστατικός, μαγνητοσυστολή, μαγνητοταινία, μαγνητόφωνο, μαγνητοχημεία. (Β' συνθετικό) νεοελλ. ηλεκτρομαγνήτης].
Dictionary of Greek. 2013.